ἔπλευσαν

ἔπλευσαν
πλέω
sail
aor ind act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αργός — I Πόλη (υψόμ. 40 μ., 24.239 κάτ.), του νομού Αργολίδος, έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένο στη θέση της αρχαίας πόλης, διατήρησε το ίδιο όνομα από πανάρχαια χρόνια. Σήμερα είναι ανεπτυγμένο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο με ωραία ρυμοτομία.… …   Dictionary of Greek

  • ναυσιπλοΐα — Η πρακτική και η τεχνική του πλου. Διακρίνεται σε θαλάσσια ν. και σε ν. κλειστών υδάτων: η πρώτη περιλαμβάνει την ποντοπλοΐα, που εκτείνεται σε όλες τις θάλασσες και τους ωκεανούς, και την ακτοπλοΐα, που περιορίζεται στις κλειστές θάλασσες και… …   Dictionary of Greek

  • ρόθιος — ον, θηλ. και ῥοθία και ποιητ. τ. ῥοθιάς, άδος, Α [ῥόθος] 1. (κυρίως για τα κύματα) αυτός που κινείται ορμητικά, με θόρυβο (α. «ἀμφὶ δὲ κῡμα βέβρυκε ῥόθιον», Ομ. Οδ. β. «ἦ ῥοθίοις εἰλατίναις δικρότοισι κώπαις ἔπλευσαν», Ευρ. γ. «εὐθὺς δὲ κώπης… …   Dictionary of Greek

  • στέφανος — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο πρώτος και πιο γνωστός από τους επτά διακόνους, που είχαν εκλεχτεί για να υπηρετούν τις Αγάπες της πρώτης Εκκλησίας, στην Ιερουσαλήμ. Διακρινόταν για τη μεγάλη του χριστιανική δράση, αλλά… …   Dictionary of Greek

  • στεμματιαίον — Α 1. (κατά τον Ησύχ.) «δίκηλόν τι ἐν ἑορτῇ πομπέων δαίμονος» 2. (κατά τα Ανέκδ. Βεκκ.) «μίμημα σχεδίων, αἷς ἔπλευσαν οἱ Ἡρακλεῑδαι τὸν μεταξὺ τῶν Ῥίων τόπον». [ΕΤΥΜΟΛ. < στέμμα, ατος + κατάλ. ιαῖον (πρβλ. κερκιδ ιαῖον)] …   Dictionary of Greek

  • Άγρων — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Μυθολογικό πρόσωπο. Κώος που περιφρόνησε τους θεούς και λάτρευε μαζί με τους συγγενείς του μόνο τη Γη, πράγμα που έκανε τους θεούς να μεταμορφώσουν και αυτόν και τους συγγενείς του σε διάφορα πουλιά. 2 …   Dictionary of Greek

  • Ηράκλειο — I Πόλη (υψόμ. 33 μ., 133.012 κάτ.) του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στα παράλια του Κρητικού πελάγους. Είναι πρωτεύουσα του νομού και έδρα του ομώνυμου δήμου (137.711 κάτ.), στον οποίο ανήκουν και τα χωριά Αγία Ειρήνη (υψόμ. 150 μ., 659 κάτ.),… …   Dictionary of Greek

  • Λευκό Τείχος — Ονομασία αρχαίου τείχους, το οποίο, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν χτισμένο κοντά στη Μέμφιδα της Αιγύπτου. Εκεί κατέφυγαν οι Πέρσες και οι Μήδοι και όσοι από τους Αιγυπτίους δεν είχαν επαναστατήσει εναντίον του Αρταξέρξη Α’ (5ος αι. π.Χ.), όπως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”